ναρκισσισμός

ναρκισσισμός
ο
αυτοθαυμασμός, αυτοερωτισμός, υπερβολική αυταρέσκεια.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ναρκισσισμός — ο 1. υπερβολική αυταρέσκεια, αυτοθαυμασμός, εγωπάθεια, εγωλατρία, εγωκεντρισμός 2. (ψυχιατρ.) παθολογική κατάσταση κατά την οποία το άτομο ερωτεύεται τον εαυτό του, αυτοερωτισμός. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. narcissisme < λατ.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”